Τρίτη 19 Ιουνίου 2012

Ο άνθρωπος που έπλασε την κοινωνία της κατανάλωσης

Ο τίτλος αυτού του δημοσιεύματος θα μπορούσε να ήταν “Ο Αγελαίος Φόβος”, γιατί ο τρόπος να οδηγήσεις τους ανθρώπους σε μία συντονισμένη πράξη, όπως η κατανάλωση ενός προϊόντος ή η λήψη μιας κοινής απόφασης (π.χ. η επιλογή ενός κόμματος μέσω της δημοκρατικής διαδικασίας της ψήφου) στηρίζεται σε ένα και μόνο αδύνατο ανθρώπινο σημείο. Στον φόβο. Ο φόβος είναι χρήσιμος για αυτούς που θέλουν να οδηγήσουν μια μεγάλη ομάδα ανθρώπων σε μία κοινή απόφαση, σε μία κοινή πρακτική του συνόλου. Ο φόβος δεν είναι απαραίτητα το αίσθημα του τρόμου, όπως αυτό ορίζεται από την ίδια την λέξη, αλλά έμμεσα με την αποδοκιμασία και την αδυναμία του ενός να διαφοροποιηθεί από την ομάδα. Θα μπορούσαμε να το πούμε και ανασφάλεια, αλλά θα ήταν καλύτερα να προσδώσουμε στον όρο την μοναξιά και την αδυναμία του ενός να ανταπεξέλθει στο βάρος των δυσκολιών που θα ήταν μαθηματικά και φυσικά λογικό να αντιμετωπιστεί μέσα σε μία αλληλέγγυα ομάδα, όπου η κάθε μονάδα συνεισφέρει με τις μικρές της δυνάμεις και δρα συσσωρευτικά δημιουργώντας μία τεράστια συνολική δύναμη, ικανή να νικήσει όλες τις δυσκολίες. Αυτός βέβαια είναι και ο σκοπός της αλληλεγγύης.


Όμως η προπαγάνδα δεν έχει ως στόχο την αλληλεγγύη, αλλά την τεχνητή δημιουργία του αισθήματος του φόβου. Ο άνθρωπος πρωτίστως ως κοινωνικό και κατά δεύτερο ως λογικό ον, διαθέτει επί της ουσίας δύο θεωρητικά ανίκητες ασπίδες απέναντι στις όποιες δυσκολίες, όσο ισοπεδωτικές και αν είναι αυτές, όσο μη αντιστρεπτές και καταστροφικές και αν είναι. Η αλληλεγγύη, η λογική και ο αυτοματισμός της προσαρμογής που απορρέει από αυτά τα δύο κυρίαρχα πλεονεκτήματα, είναι που έχουν συντηρήσει αυτό το είδος του θηλαστικού επί της γης, μέχρι σήμερα.


Η προπαγάνδα έχει σκοπό να διαπεράσει και να κάμψει αυτές τις δύο ασπίδες, μεταγγίζοντας στο υποκείμενο ένα και μοναδικό συναίσθημα. Το συναίσθημα του φόβου που διακατέχει τον άνθρωπο όταν είναι εκτός αγέλης. Ταυτόχρονα, η προπαγάνδα πετυχαίνει αυτό που λέμε “με ένα σμπάρο δυο τρυγώνια” γιατί αποτελεί και το πρόσχωμα στην λογική. Ένα μυαλό τυλιγμένο με φόβο είναι δυσκολότερο να οδηγηθεί σε λογικούς συνειρμούς, σε σχέση με ένα καθαρό, ένα ελεύθερο μυαλό. Το φοβισμένο μυαλό, για λόγους “εξοικονόμησης ενέργειας”, αποζητάει το έτοιμο από τον θύτη επιχείρημα και διαλέγει εκείνο που δρα καταπραϋντικά στο φόβο του. Αντιθέτως ένα καθαρό μη φοβισμένο μυαλό, λειτουργεί πολύ-επίπεδα και “σπάταλα” (μεγαλύτερος χώρος – περισσότεροι βαθμοί ελευθερίας) επιλέγοντας την πραγματική λύση στο πρόβλημα, απορρίπτοντας μετά βδελυγμίας το προφανές. Φυσικά, ο ρυθμός αντίδρασης και στο πόσο βαθιά θα εισχωρήσει ο φόβος, ή το πόσο γρήγορα θα συνέλθει το υποβαλλόμενο άτομο, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις προσωπικές τους λογικές ασπίδες, οι οποίες διαμορφώνονται και αναδιαμορφώνονται από την γέννησή του.
Έτσι η προπαγάνδα δεν είναι απαραίτητο να δημιουργηθεί in-line (κατά την διάρκεια που τίθεται το δίλημμα), αλλά μπορεί να είναι και μία επαναλαμβανόμενη χρονική σειρά προπαγανδιστικών ενεργειών με το χαρακτηριστικό στοιχείο της επανάληψης μιας ιστορίας. Συνήθως, η χρονοσειρά αυτή ξεκινάει από την μικρή ηλικία και μεταφέρεται από γενιά σε γενιά δημιουργώντας στο άτομα την ιδέα της εκ’ γενετής μη αμφισβητούμενης αλήθειας. Στο είδος αυτό της προπαγάνδας θα αποδώσω λιγότερη πρόθεση, παρόλα αυτά είναι η πρώτη βαθμίδα για τις μελλοντικές “νοητικές υποχωρήσεις” του ατόμου και είναι υπεύθυνη για το “μπέρδεμα” της de facto νατούρας με αυτό της εξελισσόμενης κουλτούρας του, οδηγώντας το άτομο πολλές φορές σε μαζικές λανθασμένες πρακτικές, αλλά ευτυχώς μη-διαχρονικές (θρησκεία, ήθη και έθιμα, ηθική).

 
Εν’ αρχή είναι η νατούρα
Ο άνθρωπος όταν γεννιέται δεν κουβαλάει κανένα πάθος, καμία ιδέα ρατσιστική, θρησκευτική ή πολιτική. Το μόνο που διαθέτει είναι η νατούρα του. Ως νατούρα ορίζεται το πάθος για ζωή που ενσωματώνει μέσα του όλους αυτούς τους αρχέγονες κανόνες κάθε ζωντανού οργανισμού για την επιβίωση του.
Στην διαμόρφωσή του μέχρι την ενηλικίωσή του, αλλά και κατά την διάρκεια της ζωής του, χτίζει σταδιακά μέσα του την κουλτούρα από αυτά που γεύεται, βλέπει, ακούει και αισθάνεται καθημερινά από τους γύρω του. Η λογική του σκέψη συνδυασμένη με το συναίσθημα τον οδηγεί σε συμπεράσματα λογικά ή μη για να δημιουργήσει τα κοινωνικά συστήματα, την θρησκεία, την πολιτική, τον πολιτισμό, τις οικονομικές σχέσεις.
Αυτό σημαίνει ότι η κουλτούρα του κάθε ανθρώπου είναι υπό διαρκή αμφισβήτηση, υπό διαρκή ανασκόπηση και διαμόρφωση. Βάσει αυτής της ιδεολογίας γίνονται οι επιλογές και βάσει αυτής της ιδεολογίας διαμορφώνουμε την ζωή μας, αλλά πάντα με συνεχόμενες αλληλοεπιδράσεις από «εξωτερικές» κουλτούρες που είτε η εξουσία της πλειοψηφίας, είτε η μειοψηφία της, υποτάσσει.
Στην ουσία όλες οι ιδεολογίες έχουν μία κοινή συνισταμένη. Την κοινωνική οργάνωση των ανθρώπων. Όλα λοιπόν τα πολιτικά συστήματα, τα πολιτεύματα, η θρησκεία, η οικονομία, ακόμη και η ποικιλία σε πολιτισμικές αξίες σε ήθη και έθιμα, αντικατοπτρίζουν την ανάγκη του ανθρώπου να οργανωθεί για να πετύχει καλύτερες συνθήκες διαβίωσης για τον ίδιο, αλλά και για τους απογόνους του. Με άλλα λόγια ο άνθρωπος διαμορφώνει την κουλτούρα του με τέτοιο τρόπο ώστε να καταλήξει στην νατούρα του. Δηλαδή να καταλήξει στον αρχέγονο κανόνα της επιβίωσής του με τον πιο καλύτερο τρόπο για τον ίδιο και τους απογόνους του.


Αφορμή για τα παραπάνω στάθηκε η ανάγνωση ενός ελεύθερου ηλεκτρονικού βιβλίου ή καλύτερα μελέτης, της κυρίας Αμαλίας Κ. Ηλιάδη, Ιστορικός-φιλόλογος με τίτλο: «Αδόλφος Χίτλερ : ο ηγέτης και η εποχή του», ή «Το ατομικό ως έκφραση του συλλογικού και το αντίστροφο».
Κατά την πορεία της ανάγνωσης του, έμαθα λίγα και ενδιαφέροντα πράγματα για τον Edward Bernays, τον άνθρωπο που έπλασε την κοινωνία της κατανάλωσης. Δηλαδή τον άνθρωπο που δημιούργησε το είδος της εποχή μου, ο οποίος ειδικά αυτές τις μέρες παραμένει επίκαιρος αν και γεννήθηκε εδώ και 120 χρόνια. Ένα μέρος της ιδεολογίας του Edward Bernays θα μας κάνει να κατανοήσουμε καλύτερο το κόλπο της δήθεν συνειδητής εκλογικής επιλογής. Μιας επιλογής που έγινε υπό ψυχολογική πίεση και με τον φόβο πλανώμενο πάνω από την λογική μας, επηρεάζοντας το μέχρι στιγμής εκλογικό αποτέλεσμα και την ιστορική κατεύθυνση της χώρας μου.
Σας το παραθέτω χάρη της Αλήθειας!
Εάν θέλετε να το κατεβάσετε είναι σε μορφή pdf και είναι ελεύθερο εδώ 

Απόσπασμα μελέτης Αμαλίας Κ. Ηλιάδη, Ιστορικός-φιλόλογος με τίτλο: «Αδόλφος Χίτλερ : ο ηγέτης και η εποχή του», ή «Το ατομικό ως έκφραση του συλλογικού και το αντίστροφο».
«Ο έξυπνος και συνειδητός χειρισμός της οργανωμένης γνώμης των μαζών είναι σημαντικό στοιχείο μιας δημοκρατικής κοινωνίας. Αυτός που είναι σε θέση να καθοδηγεί αυτό τον αθέατο μηχανισμό της κοινωνίας συνιστά μια αόρατη κυβέρνηση, που αποτελεί την πραγματική δύναμη που κυβερνά ολόκληρη τη χώρα» -(Edward Bernays, Propaganda, 1928).
Ο Edward Bernays γεννήθηκε στη Βιέννη το 1891 (και πέθανε το 1995, στα 103 του). Ήταν ανιψιός του ιδρυτή της Ψυχανάλυσης Ζίγκμουντ Φρόιντ, με τις πρωτοποριακές θεωρίες του οποίου είχε από νωρίς τη δυνατότητα να έρθει σε επαφή. Νέος ακόμη μετακόμισε στη Νέα Υόρκη και στη διάρκεια του 1ου Παγκοσμίου Πολέμου δούλεψε για τις αμερικανικές υπηρεσίες προπαγάνδας, αντικείμενο στο οποίο επέλεξε να παραμείνει και αργότερα. Καθώς μετά την εμπειρία του πολέμου η κοινωνία σοκαρισμένη απέρριπτε την προπαγάνδα ως μέσον ανέντιμο, ο Μπέρνεϊζ χρειάστηκε να επινοήσει έναν ελκυστικότερο τρόπο προσέλκυσης. Πελάτες του ήταν τότε μεγάλες εταιρίες αλλά και κυβερνήσεις ξένων χωρών. Η εξυπνότερη ίσως ιδέα του ήταν πως από την αρχή εισήγαγε τις ιδέες του θείου του Ζίγκμουντ Φρόιντ στην Αμερική, όπου φρόντισε να εκδοθούν τα βιβλία του και βοήθησε επιμελώς ώστε να προωθηθούν.
Η Αμερική, ίσως επειδή ως μωσαϊκό λαών δεν διέθετε ενιαία μυθολογία ή παράδοση, και με τη συνδρομή του Bernays και της Anna Freud, γρήγορα αγκάλιασε την ψυχανάλυση και λίγο-πολύ ενσωμάτωσε την πρακτική αλλά και στοιχειά από τον τρόπο σκέψης της στην καθημερινότητά της. Όμως, παρόλο που το ενδιαφέρον για τη γνώση του Εγώ υπήρξε γενικά θετική εξέλιξη, η αυξανόμενη αλλά ατελής ενασχόληση των ατόμων με την αναζήτηση των βαθύτερων αναγκών τους- και χάρη κυρίως στις έξυπνες στρατηγικές του Bernays - ευνόησε την αύξηση του καταναλωτισμού. Οι άνθρωποι ήθελαν πια να αποκτήσουν - ή έστω να κατασκευάσουν ή να δανειστούν - έναν εαυτό, ανεξάρτητο και διαφορετικό απ’ όλους τους άλλους- κι αυτή ακριβώς την εικόνα άρχισε να τους πουλάει η διαφήμιση.


Κάπνισμα και Χειραφέτηση
Η παλιότερη ιδέα περί της αξίας του ατόμου, που είχε εισαχθεί με τον Διαφωτισμό, συμπληρώθηκε με τη νέα ιδέα πως το άτομο είναι οι επιθυμίες του, και πήρε την αξία θρησκείας στις σύγχρονες κοινωνίες. Χάρη στις μελετημένες εκστρατείες του Bernays, οι τεχνικές της διαφήμισης έγιναν το μαγικό ραβδί που μας κρατάει μονίμως σε μια μαζική (και μαγική αυταρέσκεια. Χαρακτηριστικό είναι το περιστατικό όπου οι εταιρίες τσιγάρων αποτάθηκαν στον Bernays για να διερευνήσει τρόπους να αυξήσουν την πελατεία τους. Την εποχή εκείνη οι γυναίκες δεν κάπνιζαν δημόσια, πράγμα που περιόριζε στο μισό τους πιθανούς αγοραστές. Ο Μπέρνεϊζ είχε την ιδέα να υποβληθεί ένα δείγμα γυναικών σε ψυχανάλυση, ώστε να φανεί τι πραγματικά σημαίνει το προϊόν γι αυτές. Το συμπέρασμα ήταν πως σε βαθύτερο επίπεδο οι γυναίκες συνέδεαν το κάπνισμα με την χειραφέτηση. Έτσι οργανώθηκε η ανάλογη διαφημιστική καμπάνια, με μηνύματα που συνέδεαν εντέχνως το κάπνισμα με την ανεξαρτησία. Με την πρόθυμη συνεργασία των εταιρειών το πείραμα πέτυχε. Αυτό που κατάφερε πάνω απ’ όλα ο Bernays να πουλήσει στους καταναλωτές - πελάτες των εταιριών που τον προσλάμβαναν, ήταν μια Ψευδαίσθηση Ταυτότητας, η ιδέα πως καταναλώνοντας μπορούν να υπάρξουν ως ανεξάρτητες προσωπικότητες, διαφοροποιημένες από τη μάζα.
Ο Bernays υπήρξε ευσυνείδητος μελετητής των έργων του θείου του. Αξιοποιώντας τη βαθιά ενόραση του Φρόιντ γύρω από τις βαθύτερες επιθυμίες και τα όνειρα όλων μας, κατάφερε να τα τυλίξει σε ελκυστικά πακέτα και να τα ρίξει στην αγορά για λογαριασμό των εταιριών-πελατών του. Συμφωνούσε με τον Φρόιντ πως τον άνθρωπο ελέγχουν κυρίως οι ασυνείδητες επιθυμίες του. Προχωρώντας όμως ένα βήμα παραδίπλα συμπέρανε πως αυτές οι επιθυμίες μπορούν να τεθούν υπό έλεγχο και σε μαζική κλίμακα, με στόχο την εξουσία και το κέρδος. Ο Bernays εισήγαγε την ιδέα πως δεν ήταν πλέον ανάγκη να πουλάς στους ανθρώπους μόνο αυτό που χρειάζονται, αντίθετα μπορούσες να τους
πείσεις πως χρειάζονται το οποιοδήποτε προϊόν -ή ιδέα-, αρκεί να ξέρεις πώς να πιέσεις τα κατάλληλα ψυχολογικά κουμπιά. Αν μπορέσεις να κωδικοποιήσεις την παρουσίαση ενός αντικειμένου με τρόπο που να αγγίζει τις βαθύτερες επιθυμίες, αλλά και να εκμεταλλεύεται - εξορκίζοντάς τους - τους βαθύτερους φόβους του καταναλωτή, τότε μέσα του το προϊόν συνδέεται μια και καλή με την ψευδαίσθηση της ασφάλειας και της σιγουριάς. Με μικρές καθημερινές αναμνηστικές δόσεις (έχετε αναρωτηθεί γιατί οι διαφημίσεις επαναλαμβάνονται τόσο υπερβολικά πολλές φορές;) η σύνδεση αυτή ισχυροποιείται και παραμένει. Οι μυθικές επιτυχίες του Bernays ακόμη στέλνουν ρίγη συγκίνησης στη ράχη των επιγόνων του: όχι μόνο κατάφερνε με άνεση να πείσει τις αμερικανίδες να καπνίσουν, τα παιδιά να αγαπήσουν το σαπούνι, και τους πάντες να τρώνε τα αυγά τους με μπέικον το πρωί, αλλά κατόρθωνε ακόμη να κερδίζει τις εκλογές για λογαριασμό υποψηφίων γερουσιαστών και προέδρων, να αλλάζει την πορεία της διεθνούς πολιτικής.



Ο Φόβος Εκτός Αγέλης
Πριν τον 20ο αιώνα, η χειραγώγηση των μαζών γινόταν κυρίως με την ωμή απειλή, δηλαδή τη στρατιωτική μπότα ή το φόβητρο φυλάκισης και βασανισμών. Φυσικά, η οργανωμένη ψυχολογική χειραγώγηση δεν απουσίαζε και παλιότερα, ιδίως από μεριάς ορισμένων θρησκειών που, με σύμμαχο και σταυρό τους την Ενοχή και τον Φόβο, φρόντιζαν ώστε οι πολλοί να μην έρχονται ποτέ σε επαφή με τον Θεό που κατοικεί μέσα τους. Τον τελευταίο αιώνα όμως περάσαμε από την χοντροκομμένη ποδηγέτηση της ωμής βίας στη λεπτή, σχεδόν χειρουργική χειραγώγηση δια ψυχολογικών μέσων. Μοιάζει παράξενο, πως μια τόσο μεγάλης έκτασης οργανωμένη παρέμβαση δεν κινδυνεύει να αποκαλυφθεί. Κι όμως, συνήθως το περισσότερο που κάποιος από μας τους μέσους ανθρώπους (καταναλωτές) καταφέρνει να αντιληφθεί, ακόμη και μετά από δεκαετίες εμπειρίας στην κατανάλωση, είναι ακίνδυνες παρατηρήσεις του τύπου «δεν τα φτιάχνουν πια γερά», τις οποίες συνήθως ξεχνάει κι ο ίδιος την άλλη μέρα- ή στην καλύτερη περίπτωση ένας παροδικός θυμός και στην χειρότερη μια τυφλή αντικοινωνικότητα χωρίς ελπίδα. Ο Bernays έγραφε πως η ίδια «η οργάνωση της δημοκρατίας είναι τέτοια», «ώστε τα μυαλά των πολιτών μπαίνουν σε καλούπια», ενώ «οι ιδέες τους τούς έχουν υποβληθεί από ανθρώπους τους οποίους ούτε που έχουν ακουστά». Κάπου αλλού γράφει: «Ο έξυπνος και συνειδητός χειρισμός της οργανωμένης συνήθειας και γνώμης των μαζών είναι ένα σημαντικό στοιχείο μιας δημοκρατικής κοινωνίας. Αυτός που είναι σε θέση να καθοδηγεί αυτό τον αθέατο μηχανισμό της κοινωνίας συνιστά μια αόρατη κυβέρνηση, που αποτελεί την πραγματική δύναμη που κυβερνά ολόκληρη τη χώρα» (Edward Bernays, Propaganda, 1928). Ή αλλού: «Η καλή διακυβέρνηση μπορεί να πουληθεί προς μια κοινωνία, ακριβώς όπως και κάθε άλλο αγαθό». Ο Bernays περιγράφει τον άνθρωπο ως «ένα αγελαίο ζώο, για το οποίο η φυσική μοναξιά είναι πραγματικός τρόμος», έτσι ώστε ο διαρκής συσχετισμός του με κάποιο κοπάδι να του δημιουργεί ένα αίσθημα ασφάλειας. «Στον άνθρωπο, ο φόβος της μοναξιάς δημιουργεί την ανάγκη να έχει ίδιες απόψεις με την υπόλοιπη αγέλη».
Αληθινά εντυπωσιακό το μείγμα αλήθειας και κυνισμού...


Προσχεδιασμένη Απαρχαίωση ή Αχρήστευση Προϊόντων (Planned Obsolescence)
Μια έξυπνη τεχνική που επίσης εγκαινιάστηκε στις αρχές του 20ου αιώνα είναι η κατασκευή των προϊόντων με ημερομηνία λήξης (τεχνικά ονομάζεται planned obsolescence- προσχεδιασμένη απαρχαίωση ή αχρήστευση προϊόντων). Ένα προϊόν που είναι αρκετά γερό ώστε να ζήσει όσο και ο αγοραστής είναι ελάχιστα προσοδοφόρο για τη βιομηχανία. Προτιμότερο είναι κάτι που να χαλάει σύντομα (όχι υπερβολικά νωρίς, για να μη δυσαρεστηθεί πολύ ο καταναλωτής), ενώ καλό είναι επίσης όταν χαλάσει να μην επισκευάζεται εύκολα. Παλιότερα, το ιδανικό για τον χειροτέχνη ήταν το παραγόμενο αντικείμενο να διαρκεί πολύ. Από τη στιγμή που το χειροποίητο έγινε μαζικό, και ο φυσικός κατασκευαστής έπαψε να είναι ένας μάστορας με προσωπικό μεράκι, αλλά αντικαταστάθηκε από εργάτες με τυποποιημένες ικανότητες και μηδενικά περιθώρια δημιουργικότητας, χάθηκε από το σύστημα παραγωγής η ανάγκη για διάρκεια. Σήμερα επίτηδες τα προϊόντα δεν κατασκευάζονται για να διαρκέσουν, αλλά μόνο για να πουλήσουν. Αν, για να καθησυχάσει τις ενοχές του, επιχειρήσει κανείς να δει ως γραφικούς τους δημιουργούς αυτών των τόσο αποτελεσματικών τακτικών, θα αποτύχει.


Propaganda
Η προπαγάνδα υπήρξε πάντοτε πολύ σοβαρή υπόθεση, είτε αφορούσε αντικείμενα είτε ιδέες, και όσοι ηγέτες την αγνόησαν, σύντομα έχασαν το βασικότερο παιχνίδι απ’ όλα, αυτό των εντυπώσεων. Ο Γκέμπελς (ο ιθύνων νους πίσω από την Προπαγάνδα των Ναζί), που ας σημειωθεί είχε μελετήσει πολύ καλά τη δουλειά του Bernays, δεν έκανε τίποτε λιγότερο από το να προωθεί ένα προϊόν, στην προκειμένη περίπτωση τον Γερμανικό Εθνικοσοσιαλισμό, προϊόν στο οποίο κατά πάσα πιθανότητα πίστευε κιόλας. Οι Φροϋδιστές του παλιού καιρού πίστευαν πως η γνώση του ασυνείδητου -μέσω της ψυχανάλυσης- μπορούσε να βοηθήσει την δημοκρατία. Προεκτείνοντας αυτή την άποψη ο Bernays, ιδίως μετά την άνοδο και πτώση του 3ου Ράιχ, πίστευε πως ο ασφαλέστερος τρόπος προστασίας της δημοκρατίας ήταν να αποσπάται η προσοχή των πολιτών από τις επικίνδυνες πολιτικές ιδέες και να στρέφεται εντέχνως προς τα ζητήματα της κατανάλωσης και μόνο. Ως μόνη εξαίρεση πρότεινε τον τεχνητό και διαρκώς υποδαυλιζόμενο φόβο και απέχθεια προς «τους κομμουνιστές», κατασκευάζοντας την συναίνεση των πολλών. Τα ίδια τα βιβλία αυτού του πρωτομάστορα της ψυχολογικής πειθούς έχουν απολύτως εύγλωττους και- ειλικρινείς κατά μία έννοια- τίτλους: «Προπαγάνδα», «Κατασκευάζοντας τη Συναίνεση», «Αποκρυσταλλώνοντας την Κοινή Γνώμη», κ.λ.π. Στα κείμενά του ο Edward Bernays εξηγούσε ακριβώς με ποιο τρόπο οι κυβερνήσεις και οι διαφημιστές «μπορούν να βάζουν σε πειθαρχία τον νου, έτσι ακριβώς όπως οι στρατιωτικοί πειθαρχούν το σώμα». Αυτή η πειθαρχία μπορεί να επιβληθεί «χάρη στην έμφυτη ελαστικότητα της ανθρώπινης φύσης». Όμως, σαν οξυδερκής μελετητής των έργων του θείου του που ήταν, μας δίνει και την ερμηνεία του γιατί έχουμε την τάση να υποκύπτουμε στη χειραγώγηση: «ο μέσος πολίτης είναι ο πιο ευαίσθητος αισθητήρας που υπάρχει επί της γης. Ο ίδιος του ο νους είναι το μεγαλύτερο φράγμα ανάμεσα σ’ αυτόν και την πραγματικότητα. Μέσα στο μυαλό του υπάρχουν στεγανά διαμερίσματα, αδιαπέραστα από τη λογική. Η τάση του για απόλυτες απόψεις είναι το εμπόδιο που τον κάνει να μην λειτουργεί με βάση τη σκέψη και την εμπειρία του, αλλά μόνο με μαζικές αντιδράσεις» (Πολύ σκληρό, έτσι δεν είναι; Τι κρίμα που κατά βάση είναι αλήθεια...). Αυτό που κατάφερε πάνω απ’ όλα ο Bernays να πουλήσει στους καταναλωτές - πελάτες των εταιριών που τον προσλάμβαναν, ήταν μια Ψευδαίσθηση Ταυτότητας, η ιδέα πως καταναλώνοντας μπορούν να υπάρξουν ως ανεξάρτητες προσωπικότητες, διαφοροποιημένες από τη μάζα. Ο Bernays υπήρξε ευσυνείδητος μελετητής των έργων του θείου του. Αξιοποιώντας τη βαθιά ενόραση του Φρόιντ γύρω από τις βαθύτερες επιθυμίες και τα όνειρα όλων μας, κατάφερε να τα τυλίξει σε ελκυστικά πακέτα και να τα ρίξει στην αγορά για λογαριασμό των εταιριών-πελατών του. Συμφωνούσε με τον Φρόιντ πως τον άνθρωπο ελέγχουν κυρίως οι ασυνείδητες επιθυμίες του. Προχωρώντας όμως ένα βήμα παραδίπλα συμπέρανε πως αυτές οι επιθυμίες μπορούν να τεθούν υπό έλεγχο και σε μαζική κλίμακα, με στόχο την εξουσία και το κέρδος.



Εν ολίγοις αυτό που ο Bernays λέει, μοιάζει με ένα απόσπασμα από ταινία των Monty Pythons, όπου o ηγέτης φωνάζει στο πλήθος:
-“Είστε όλοι διαφορετικοί”.
Το πλήθος από κάτω σύσσωμο απαντά με μια φωνή:
-“Ναι είμαστε όλοι διαφορετικοί”,
Μόνο ένας τρομαγμένος ανθρωπάκος που καθόταν σε μία γωνιά δεν μίλησε. Αυτός, σηκώνει δειλά-δειλά το χέρι του και περιμένοντας να καταλαγιάσει το πλήθος, λέει:
“Εγώ όμως δεν είμαι”


Το παραπάνω άρθρο είναι ένα μικρό μόνο μέρος ενός συνόλου τεχνικών αποπροσανατολισμού και χειραγώγησης της κοινωνίας. Μιας κοινωνίας που “πρέπει” να ακολουθεί το “σωστό” και “ασφαλή” δρόμο ενός κατεστημένου δίπολου. Του υπερκαταναλωτή και του υπερπαραγωγού (υπερκέρδη). Της εξουσίας και του εξουσιαζόμενου. Του φοβισμένου και αυτού που θα του προσφέρει με το αζημίωτο την ασφάλεια του. Το φάρμακο απέναντι σε όλα αυτά, είναι η μετάφραση των συναισθημάτων του άγχους και της πίεσης που αγόγγυστα οι περισσότεροι άνθρωποι δέχονται καθημερινά, σε συναίσθημα ελευθερίας. Τα αδιέξοδα και τα αναγκαστικά διλήμματα πολλές φορές μπορούν να μετατραπούν σε λύσεις με πολλαπλές επιλογές και πολλούς δρόμους μόνο και μόνο όταν μπορούμε να σκεφτούμε ελεύθερα. Τα αισθήματα ανασφάλειας φυλακίζουν την λογική μας και μας ωθούν τις περισσότερες φορές σε προφανείς λύσεις και σε κοινές επιλογές μόνο και μόνο επειδή συμφωνεί όλη η ομάδα-αγέλη, ανεξάρτητα εάν είναι σωστό ή όχι.


Σωτηρία θα πει να λυτρωθείς απ’ όλους τους σωτήρες· αυτή ‘ναι η ανώτατη λευτεριά, η πιο αψηλή, όπου με δυσκολία αναπνέει ο άνθρωπος. Αντέχεις;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου